Άδεια θρανία, στην επαρχία που σε ματώνει Η ιστορία, ένα κοντάρι σ' ένα μπαλκόνι Σκούρες οθόνες στα καφενεία με τις ειδήσεις Θέλεις να τρέξεις, θέλεις να παίξεις, να αγαπήσεις
Ένα ραδιόφωνο στο μαξιλάρι, ξυπνάει το σώμα Ο Μητροπάνος με τις «κουρτίνες» σε κάνει λιώμα Πέντε χαράματα δε λέει να φύγει απ' το μυαλό σου Κλείνεις τα μάτια, είσαι επιτέλους ο εαυτός σου
Κραυγές απ' το σκυλάδικο Η νύχτα ένα τρελάδικο Ουρλιάζουν τα ηχεία Μέσα στο πανδαιμόνιο Σε κυνηγάει τ' όνειρο Ελλάδα-επαρχία
Μια εφηβεία, στην επαρχία, τσαλακωμένη Και μια παιδεία, που σου κουνιέται βαριεστημένη Ανοίγεις μπύρες, στο πανηγύρι που δε σου πάει Τα ξαναρίχνεις στην παντρεμένη, που σου τη σπάει
Μπαίνεις στο Ίντερνετ, για να ξεφύγεις, να ταξιδέψεις Θέλεις το σώμα σου και την ψυχή σου, να τα ξοδέψεις Κι ένα κανάλι να χαριεντίζεται μ' ένα Νομάρχη Πόσο κοντά μου νιώθω την «Πρέβεζα» του Καρυωτάκη