Μοιρολόι της βροχής βράδυ Κυριακής, πού πηγαίνεις μοναχός ούτε πόρτα να μπεις, πέτρα να σταθείς κι όπου πας, χλωμό παιδί, ο καημός σου στη γωνιά σε καρτερεί.
Παλληκάρι χλωμό μες στο καπηλειό απομείναμε οι δυο μας, ο καημός σου βραχνάς πάψε να πονάς η ζωή γοργά περνά δυο κρασιά, δυο στεναγμοί κι έχε γεια.
Παλληκάρι χλωμό σ' ηύρανε νεκρό στο παλιό σταυροδρόμι, μοιρολόι η βροχή μαύρα π' αντηχεί στο καλό, χλωμό παιδί, σαν τη μάγισσα σε πήρε η Κυριακή.