Ναύτης βγήκε στη στεριά για περιπολία μάνα μου, αναστέναξε όλη η παραλία τέλειωσε η περίπολος κι ήρθε το ναυτάκι κι έριχνε στη θάλασσα μαύρο βοτσαλάκι.
Ναύτης βγήκε στη στεριά και μπροστά μου βγαίνει Κύριε των δυνάμεων, τι χρωστώ η καημένη; Μου 'πε δυο γλυκόλογα, θέλει να κεράσει μια βανίλια παγωτό και γλυκό κεράσι.
Ναύτης βγήκε στη στεριά και φοράει τ' άσπρα γέμισε το σπίτι μου κι η καρδιά μου μ' άστρα βγήκαμε κι ενθύμιο μια φωτογραφία στο Χατζηκυριάκειο μέσα στην πλατεία.
Ναύτης βγήκε στη στεριά μ' άδεια τρεις ημέρες παραγνωριστήκαμε κι άρχισε φοβέρες μου 'κανε και μια σκηνή μες στην παραλία μην κοιτάζω γύρω μου σαν περιπολία.