Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.
Κοιμήσου Περσεφόνη στην αγκαλιά της γης στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς.
Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες και το καινούργιο πάν να δουν διυλιστήριο.
Κοιμήσου Περσεφόνη στην αγκαλιά της γης στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς.
Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.
Κοιμήσου Περσεφόνη στην αγκαλιά της γης στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς.