Πιάνω να ζωγραφίσω τα παιδιά μες στην πλατεία σα να `ταν όπως πρώτα κι όπως θά `θελα
Mα όλα αλλάζουν και το χέρι μου αρπάζουν αλλάξανε τα χρώματα τα λόγια και τα στόματα. Tα μάτια μείναν ίδια στα φώτα στα παιχνίδια.
Kάνω να ζωγραφίσω το φεγγάρι που γυρίζει ζεστό και σκονισμένο από ταξίδι μακρινό τα μάτια μου θολώνουν, κι ο αέρας π’ αρμενίζει μου λέει τραγούδι ξένο, τραγούδι αλλοπαρμένο.
Aμα δεν είναι όπως τα θες δεν έχεις λόγους κι αφορμές, δεν κάνεις βήμα. Oσα κοστίζουν μια δραχμή γι’ άλλους κοστίζουν μια ζωή. Δεν είναι κρίμα; Δεν είναι κρίμα;
Kάνω ν’ αποφασίσω σκαλοπάτι να πατήσω θολές και σκονισμένες μνήμες μου ζωντανές. θεριά μου διψασμένα με κορμιά παραδεισένια το δρόμο σας κοιτάζω ξυπνάω κι ανατριχιάζω.
Aμα δεν είναι όπως τα θες δεν έχεις λόγους κι αφορμές, δεν κάνεις βήμα. Oσα κοστίζουν μια δραχμή γι’ άλλους κοστίζουν μια ζωή. Δεν είναι κρίμα; Δεν είναι κρίμα;